Λίγες ώρες πριν το άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών, μετά την φάρσα των stress tests στις τράπεζες, το ερώτημα των αναλυτών είναι ποια θα είναι η τελική ετυμηγορία των αγορών για ένα εγχείρημα που άρχισε με μεγάλες φιλοδοξίες, αλλά τελείωσε αφήνοντας σοβαρά αναπάντητα ερωτήματα και αμφιβολίες.
Στους επτά μήνες μετά τα stress tests στις ΗΠΑ, που όμως ήταν πολύ αυστηρότερα και είχαν αφήσει κάτω από τον πήχη μεγάλα τραπεζικά ονόματα, όπως η Bank of America και η Citigroup, ο τραπεζικός δείκτης της S&P κέρδισε 36%, όπως σημειώνει το “Bloomberg” σε ανάλυσή του. Οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές κινήθηκαν μάλλον «άνευρα» ενόψει της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των stress tests, ενώ κατά την ανακοίνωσή τους ήταν κλειστές.
Ορισμένοι αναλυτές λένε, ότι η καλή απόδοση των αμερικανικών δεικτών την Παρασκευή ήταν αποτέλεσμα και των ανακοινώσεων για τα αποτελέσματα των stress tests στην Ευρώπη, αλλά η επικρατούσα εκτίμηση είναι, ότι οι αγοραστές στην Νέα Υόρκη είχαν περισσότερο κατά νου τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα των αμερικανικών εταιρειών και λιγότερο τις εξελίξεις στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.
Το πραγματικό κριτήριο επιτυχίας, όμως, για τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές δεν είναι η συμπεριφορά των τραπεζικών μετοχών. Αυτό που αποτέλεσε εξαρχής το στόχο των αρχών ήταν να αποκατασταθεί σε πρώτη φάση η εμπιστοσύνη στη διατραπεζική αγορά και να αποκατασταθούν οι ροές δανεισμού μεταξύ των τραπεζών, οι οποίες γίνονται με το… σταγονόμετρο τους τελευταίους μήνες, καθώς όλοι φοβούνται τις κρυμμένες ζημιές των άλλων.
Προς το παρόν, η χρηματαγορά δεν κινείται όπως θα ήθελαν οι Ευρωπαίοι: το τελευταίο διάστημα, παρότι τα stress tests προβλήθηκαν σαν μια μεγάλη ευρωπαϊκή άσκηση αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, το βασικό διατραπεζικό επιτόκιο αναφοράς στο Λονδίνο (το Libor τριμήνου του ευρώ) κινείται σταθερά ανοδικά και ήδη βρίσκεται πάνω από τις 80 μονάδες βάσης, δηλαδή στο ίδιο επίπεδο που βρισκόταν τον Αύγουστο του 2009, πριν αρχίσει η ΕΚΤ το δεύτερο –και δραματικότερο…- κύκλο παρεμβάσεων παροχής ρευστότητας στην αγορά, ακόμη και με απευθείας αγορές κρατικών και τραπεζικών ομολόγων.
Προς το παρόν, πάντως, οι αγορές δεν φαίνεται να… μασάνε την προπαγάνδα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των εποπτικών αρχών, που επιδιώκουν να πείσουν, ότι με τους ελέγχους πράγματι επισημάνθηκαν οι τράπεζες με προβλήματα και με την κεφαλαιακή τους ενίσχυση το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης θα έχει πλέον θωρακισθεί απέναντι στους κινδύνους μιας οικονομικής επιβράδυνσης, ή νέων προβλημάτων των υπερχρεωμένων κυβερνήσεων.
«Οι επτά τράπεζες που απέτυχαν ήδη ξέραμε ότι θα αποτύγχαναν και αυτό μου λέει, ότι οι έλεγχοι δεν πρόσφεραν κάποια νέα πληροφορία», τονίζει στο «Bloomberg» Αμερικανός αναλυτής. «Δεν πιστεύω ότι οι αγορές θα το “φάνε”. Οι έλεγχοι είχαν σχεδιασθεί έτσι, ώστε οι περισσότερες τράπεζες να τους περάσουν. Αυτό δεν μας λέει ότι το τραπεζικό σύστημα είναι σταθερό», προσθέτει ο ίδιος.
Άλλος αναλυτής, από επενδυτικό οίκο του Λονδίνου, τονίζει ότι το επίπεδο των νέων κεφαλαίων που θα χρειασθούν οι τράπεζες, όπως προσδιορίσθηκε από τους ελέγχους, «είναι εντελώς ασήμαντο, αν συνεκτιμήσουμε τις ανησυχίες για ζημιές από την κρίση υπερχρέωσης των κρατών». Πράγματι, οι έλεγχοι «αποκάλυψαν» ότι με ελάχιστα δισεκατομμύρια νέων κεφαλαίων το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα θα μπορεί να αντέξει στις πιο ακραίες συνθήκες, ενώ οι εκτιμήσεις των αναλυτών μεγάλων τραπεζών τις προηγούμενες ημέρες έκαναν λόγο για ανάγκες δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τα κόλπα των εποπτικών αρχών…
Σε μια εξαιρετική ανάλυση, ο αναλυτής των Financial Times, Βόλφγκανγκ Μουντσάου, τόνισε χαρακτηριστικά, ότι τα τεστ κυνικά σχεδιάσθηκαν για να παράγουν ένα προκαθορισμένο αποτέλεσμα: «αν ελέγχαμε την ασφάλεια των αυτοκινήτων ή των παιδικών παιχνιδιών με την ίδια μέθοδο που έλεγξαν οι Ευρωπαίοι τις τράπεζες, θα καταλήγαμε στην φυλακή», έγραψε χαρακτηριστικά και με ευστοχία συνόψισε τα τρία βασικά μεθοδολογικά «τρικ», που οδήγησαν στα επιδιωκόμενα αποτελέσματα:
Οι έλεγχοι άφησαν εκτός πεδίου αναφοράς μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα ειδικού τύπου, όπως η γερμανική KfW (που συμμετέχει εξ ονόματος της Γερμανίας και στο ελληνικό πρόγραμμα δανεισμού των 110 δις. ευρώ). Τυπικά, η KfW δεν είναι τραπεζικό ίδρυμα, αλλά έχει τραπεζικού χαρακτήρα δραστηριότητες, όπως η συσσώρευση τοξικών στοιχείων ενεργητικού, σημειώνει ο Μουντσάου. Μένοντας εκτός των τεστ, δεν έγινε γνωστό πόσο μεγάλη είναι στην πραγματικότητα η «μαύρη τρύπα» της KfW, την οποία θα κληθεί στο μέλλον να καλύψει το γερμανικό Δημόσιο.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ο ίδιος ο ορισμός του βασικού κριτηρίου αξιολόγησης: εστιάζοντας στο δείκτη Tier 1, με ελάχιστο όριο το 6%, οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές συμπεριέλαβαν στην κεφαλαιακή βάση όχι μόνο το «σκληρό πυρήνα» (κεφάλαιο και αποθεματικά), αλλά και τις κρατικές ενισχύσεις που έχουν δοθεί από κυβερνήσεις της Ευρώπης (όπως η γερμανική και η ισπανική), με μορφές υβριδικών κεφαλαίων, τα οποία μετρούνται στο δείκτη Tier 1. Όμως, σύμφωνα με τον αναλυτή των F.T., για να μετρηθεί πραγματικά η αντοχή των τραπεζικών κεφαλαίων σε ακραίες συνθήκες θα έπρεπε να είχαν απομονωθεί μόνο τα κεφάλαια που πραγματικά αποτελούν «μαξιλάρι» απορρόφησης ζημιών, δηλαδή το βασικό κεφάλαιο και τα αποθεματικά. Ο ορισμός που χρησιμοποιήθηκε, σύμφωνα με τον αναλυτή των F.T., ήταν ο μοναδικός λόγος για τον οποίο πέρασαν με ευκολία τον έλεγχο οι γερμανικές περιφερειακές τράπεζες, με μοναδική εξαίρεση την HYPO Real Estate.
Ο τρίτος λόγος, που είναι και ο σοβαρότερος και αρκεί για να διαλυθεί η αξιοπιστία των ελέγχων, όπως επισημαίνει ο Μουντσάου, ήταν ότι δεν υπήρχε στα σενάρια των ελέγχων η πιθανότητα κάποιας μορφής στάσης πληρωμών από ευρωπαϊκό κράτος. Στην πραγματικότητα, καθώς οι τράπεζες έχουν τοποθετημένα κατά 90% τα ομόλογα στα χαρτοφυλάκια διακράτησης ως τη λήξη, τα «κουρέματα» που έγιναν στις αξίες των ομολόγων επηρέασαν μόνο το 10% των συνολικών χαρτοφυλακίων κρατικών τίτλων και αυτό επέτρεψε στις περισσότερες τράπεζες να περάσουν με ευκολία τους ελέγχους. Σε αυτό το σημείο, ο αναλυτής επισημαίνει μια κραυγαλέα αντίφαση: οι αρχές ανακοίνωσαν την Παρασκευή, ότι μέτρησαν σενάρια που είχαν πιθανότητα επαλήθευσης μόνο 5%, αλλά την ίδια ώρα άφησαν εκτός σεναρίων τον κίνδυνο χρεοκοπίας της Ελλάδας, παρότι με βάση τις αποδόσεις των ελληνικών τίτλων υποδηλώνεται, ότι οι αγορές βλέπουν κίνδυνο χρεοκοπίας με πιθανότητα 30%!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου