Οι κυβερνήσεις της δυτικής Ευρώπης – που ο πρώην Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ντόναλντ Ράμσφελντ αποκαλούσε υποτιμητικά ‘Γηραιά Ευρώπη’ – αντιμετωπίζουν μεγάλα πολιτικά προβλήματα. Η μόνη εξαίρεση – προς το παρόν – είναι η νέα κυβέρνηση συνασπισμού της Βρετανίας. Όμως στα υπόλοιπα μεγάλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η δημοτικότητα των ηγετών – του Νικολά Σαρκοζί στη Γαλλία, του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, της Αγγέλας Μέρκελ στη Γερμανία και του Θαπατέρο στην Ισπανία – βρίσκεται περί το 25% ή και πιο κάτω. Καμία διαφορά δεν φαίνεται να κάνει η πολιτική τοποθέτηση. Είναι συντηρητικός ο Σαρκοζί, χριστιανοδημοκράτισσα η Μέρκελ, λαϊκή δεξιά ο Μπερλουσκόνι, σοσιαλιστής ο Θαπατέρο. Με άλλα λόγια όποιος έχει εξουσία στην Ευρώπη σήμερα αντιμετωπίζει πρόβλημα.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Η πιο προφανής εξήγηση είναι η οικονομική κρίση, αλλά ίσως είναι υπερβολικά προφανής.
Όταν πριν δύο χρόνια έσπαγαν τα κύματα από την κατάρρευση της φούσκας των αμερικανικών ακινήτων στις ευρωπαϊκές ακτές, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες αντέδρασαν σθεναρά και μάλλον ενίσχυσαν τη δημοτικότητά τους για κάποιο διάστημα. Παραδόξως, κατά τα πρώτα στάδια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ευνοήθηκαν οι συντηρητικοί και φιλελεύθεροι πολιτικοί ηγέτες – που έδειχναν να είναι σε καλύτερη θέση για να σώσουν την οικονομία – και όχι οι σοσιαλιστές. Σήμερα τα πράγματα αντιστρέφονται. Ο σοσιαλισμός ενισχύεται στην Ευρώπη, τουλάχιστον με βάση τις δημοσκοπήσεις. Παράλληλα καθίσταται υπολογίσιμη πολιτική δύναμη στη Γαλλία, το Βέλγιο και την Ολλανδία ο ακροδεξιός λαϊκισμός.
Η οικονομική στασιμότητα μοιάζει χωρίς τέλος, οι θέσεις εργασίας σπάνιες και το μέλλον γκρίζο. Η ελληνική κρίση έχει ρίξει ένα πέπλο σκοτεινιάς σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Το ενιαίο νόμισμα αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις υπάρχει κόσμος που δηλώνει πως θα ήθελε η χώρα του να επιστρέψει στο παλιό της εθνικό νόμισμα - φυσικά αυτό θα οδηγούσε σε περαιτέρω καταστροφή, εξαιτίας της μεγάλης σύγχυσης που θα προκληθεί, αφού το χρέος των ευρωπαϊκών χωρών είναι σε ευρώ. Η εγκατάλειψη της Ευρωζώνης απλά θα αυξήσει τα επίπεδα του δημοσίου χρέους τους.
Αυτό που καθιστά αυτό το απογοητευτικό οικονομικό τοπίο ακόμη πιο σκοτεινό είναι η εκπληκτική ανικανότητα των ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών να εξηγήσουν στον κόσμο και στους πολίτες τι συνέβη και τι συμβαίνει τώρα. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που μειώνεται η δημοτικότητα τους. Οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης δεν οδηγούν πουθενά τα πράγματα γιατί δεν έχουν κανένα όραμα.
Ας εξετάσουμε το θέμα του ευρώ: Κανένας επικεφαλής κράτους ή κυβέρνησης δεν έχει διατυπώσει μέχρι τώρα έναν συνεκτικό λόγο υπεράσπισης της Ευρωζώνης για να αντισταθμίσει την διαβρωτική ανησυχία που υπάρχει σήμερα γύρω από το κοινό νόμισμα. Ή ας δούμε το θέμα των δημοσίων δαπανών: Όλοι οι ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες δηλώνουν κάθετα ότι πρέπει να μειωθούν οι κρατικές δαπάνες. Αλλά ήταν οι ίδιοι, μαζί τους και η υποτιθέμενη σιδηρά κυρία του προϋπολογισμού Αγγέλα Μέρκελ, που πριν δύο χρόνια υποστήριζαν ότι ο δημόσιος δανεισμός θα μας φέρει μια κεϋνσιανή διέξοδο από την κρίση.
Προς τι αυτή η ανατροπή; Οι ευρωπαϊκοί λαοί ανακάλυψαν ότι τα επεκτατικά δημοσιονομικά προγράμματα της περιόδου 2008 - 2009, που υποτίθεται ότι θα απέτρεπαν τη μεγέθυνση της κρίσης, οδήγησαν στη συσσώρευση χρέους και όχι στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Όμως οι πολιτικοί απεχθάνονται να ομολογούν τα λάθη του παρελθόντος. Και έτσι δεν μπορούν να εξηγήσουν τη λογική των περικοπών δαπανών που τώρα εξαγγέλλουν.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες κάνουν τα πράγματα χειρότερα από τη στιγμή που δεν καταφέρνουν να συνδέσουν τις παρούσες απομονωμένες ‘μεταρρυθμίσεις’ – δηλαδή το μικρότερο δημόσιο έλλειμμα – με κάποιο κατανοητό όραμα της οικονομίας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια του Σαρκοζί για αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης των Γάλλων από τα 60 στα 62. Τα συνδικάτα έχουν εξεγερθεί και σε τελική ανάλυση αυτός είναι ο λόγος ύπαρξής τους. Αλλά ο πληθυσμός στο σύνολο του δεν κατανοεί τι συνδέει την ηλικία συνταξιοδότησης με την κρίση.
Η αλήθεια που πολλοί πολιτικοί αποφεύγουν να παραδεχτούν είναι πως το σημερινό βάλτωμα της δυτικής Ευρώπης είναι κάτι διαφορετικό από την παγκόσμια ύφεση που ξεκίνησε στις ΗΠΑ. Η γηραιά Ευρώπη έχει μπει σε μια σοβαρή και δίχως επιστροφή κρίση του κράτους πρόνοιας.
Οι γενναιόδωρες συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας, η δωρεάν καθολική ιατροφαρμακευτική κάλυψη και όλοι οι τύποι των κοινωνικών προγραμμάτων που έκαναν τη δυτική Ευρώπη φιλική προς τους λαούς της θεσπίστηκαν τον καιρό που η ευρωπαϊκή οικονομία και ο ευρωπαϊκός πληθυσμός αναπτύσσονταν με ταχείς ρυθμούς. Τώρα, μετά από μια γενιά οικονομικής και δημογραφικής στασιμότητας, το κράτος πρόνοιας μπορεί να χρηματοδοτηθεί μόνο με αύξηση του δημόσιου χρέους. Όμως οι χρηματοπιστωτικές αγορές, ανήσυχες εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης, δεν στηρίζουν πια αυτή την κατάσταση τύπου Ποτέμκιν, στην οποία τα οφέλη της κοινωνικής πρόνοιας αποτελούν μια ωραία πρόσοψη στηριζόμενη σε ελλείμματα.
Σε μια τέτοια συγκυρία, οι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να υιοθετήσουν τον τόνο του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Πρέπει να εξηγήσουν στους λαούς τους ότι το ευρώ παραμένει η καλύτερη προστασία ενάντια στον πληθωρισμό, που αποτελεί την πιο επικίνδυνη από όλες τις κοινωνικές ασθένειες. Πρέπει να εξηγήσουν γιατί τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα δεν απέδωσαν και δεν θα απέδιδαν ποτέ βιώσιμη ανάπτυξη. Και γιατί πρέπει να εγκαθιδρυθεί μια νέα ισορροπία μεταξύ του κράτους πρόνοιας και του οικονομικού δυναμισμού – που θα βασίζεται λιγότερο στο δημόσιο χρέος και περισσότερο στις ιδιωτικές επενδύσεις.
Ένας τέτοιος δημόσιος λόγος, αν διατυπωθεί καθαρά, θα γίνει κατανοητός και ίσως στηριχθεί, αν όχι από όλους, πάντως από τους περισσότερους. Αν μη τι άλλο θα προσδώσει συνοχή στις ενέργειες των Ευρωπαίων πολιτικών, κι εκείνοι που αντιτίθενται στην αναζήτηση της νέας ευρωπαϊκής ισορροπίας – ως επί το πλείστον οι μαρξιστές και οι λαϊκιστές – θα πρέπει να παρουσιάσουν κι αυτοί ένα νέο δικό τους όραμα.
Δεν είναι σαφές αν η διατύπωση ενός νέου οράματος θα κάνει πιο δημοφιλείς τους Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά σίγουρα θα ενισχύσει τη νομιμοποίησή τους, ακόμη και στα μάτια των αντιπάλων τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου