ΤΟ αδιέξοδο με την απεργία των ιδιοκτητών φορτηγών συνεχίζεται, παρά την επιστράτευση των ίδιων και την επίταξη των οχημάτων τους.
Ούτε ο διάλογος-διαπραγμάτευση, που έγινε χθες με τον αρμόδιο υπουργό, έφερε αποτέλεσμα. Καύσιμα δεν υπάρχουν στη συντριπτική πλειονότητα των πρατηρίων .
ΜΙΑ σειρά λαθών οδήγησε στη σημερινή κατάσταση, από την οποία πλήττεται πρωτίστως ο τουρισμός. Η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να απελευθερώσει τις οδικές μεταφορές -άλλωστε η απαίτηση αυτή των ελεγκτών της τρόικας υπάρχει στο Μνημόνιο. Γνωρίζοντας, όμως, ότι η απόφαση αυτή έχει πολιτικό κόστος, αφού θίγει τους μεταφορείς, λόγω της μείωσης της αξίας των αδειών που κατέχουν, επιχείρησε να κάνει συμβιβαστικές κινήσεις.
Το πρώτο σχέδιο που παρουσίασε προ μηνών ο υπουργός Μεταφορών έγινε δεκτό από τους ενδιαφερόμενους μεταφορείς, αφού έκριναν ότι ουσιαστικά δεν έθιγε τα δικαιώματά τους.
ΗΤΑΝ το πρώτο λάθος. Διότι δεν υπολόγισε την αντίδραση της τρόικας, η οποία δεν έκανε δεκτές τις ήπιες ρυθμίσεις του. Επιπλέον, παραμύθιασε, κατά το κοινώς λεγόμενον, τους ιδιοκτήτες των φορτηγών. Τους έκανε να πιστέψουν ότι, τελικά, η απελευθέρωση του επαγγέλματός τους θα γινόταν ανώδυνα.
ΟΜΩΣ, πριν από τέσσερις ημέρες, όλα αυτά άλλαξαν ξαφνικά. Για να μην έχει πρόβλημα με τους ελεγκτές της τρόικας, η κυβέρνηση αποφάσισε να παρουσιάσει το νέο νομοσχέδιο, το οποίο περιέχει διατάξεις που θίγουν τους μεταφορείς.
Δεν υπολόγισε η κυβέρνηση σωστά τις επιπτώσεις από την αντίδρασή τους; Αν δεν τις υπολόγισε, χρεώνεται με αδυναμία να αξιολογήσει σωστά τα δεδομένα. Αν τις υπολόγισε, ανακύπτει το ερώτημα γιατί έπρεπε να παρουσιάσει το νομοσχέδιο στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου, αφού έτσι κι αλλιώς θα ψηφιστεί τον Σεπτέμβριο. Ηταν το δεύτερο λάθος.
Η ΑΓΟΡΑ «στέγνωσε», άλλες επαγγελματικές ομάδες άρχισαν να διαμαρτύρονται και η κυβέρνηση κατέφυγε στο ακραίο μέτρο της επιστράτευσης. Ομως, το ίδιο βράδυ που ελήφθη η απόφαση, ο πρωθυπουργός, μιλώντας σε βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, εξέφρασε αμφιβολίες αν ο κρατικός μηχανισμός ήταν έτοιμος να προωθήσει την εφαρμογή του μέτρου.
Την επομένη οι πρωθυπουργικές αμφιβολίες επιβεβαιώθηκαν. Ελάχιστες ειδοποιήσεις έφτασαν στα χέρια των «επιστρατευμένων» απεργών. Εκτός αν η καθυστέρηση αυτή ήταν πολιτική επιλογή, για να μην οξυνθούν κι άλλο οι σχέσεις με τους απεργούς. Οπότε ανακύπτει το ερώτημα: Τι την ήθελαν μια επιστράτευση που δεν μπορούσε ή δεν ήθελαν να εφαρμοστεί; Ηταν το τρίτο λάθος.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ επιστράτευσε τους απεργούς και αμέσως μετά τους κάλεσε σε… διάλογο; Κανονικά θα έπρεπε να πράξει αντιστρόφως. Να εξαντλήσει κάθε περιθώριο διαλόγου και μετά να πάρει μια τόσο σημαντική απόφαση. Ολα αυτά διεκδικούν βραβείο σουρεαλιστικής πρωτοτυπίας. Αλλά δείχνουν ότι η κυβέρνηση έδρασε με τη μέθοδο «βλέποντας και κάνοντας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου